- κομίζου
- κομίζωtake care ofpres imperat mp 2nd sg (attic epic doric)κομίζωtake care ofimperf ind mp 2nd sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
είσω — εἴσω και ἔσω (Α) επίρρ. 1. (με ρήμ. που δηλώνουν κίνηση) προς τα μέσα, μέσα σε («εἴσω κομίζου», Αισχ.) 2. (με ρήμ. που δηλώνουν στάση, ακινησία) μέσα, στο εσωτερικό («δεσμώτης ἔσω θακεῑ», Σοφ.) 3. (για χρόνο) μέσα σε χρονικό διάστημα. [ΕΤΥΜΟΛ.… … Dictionary of Greek
στέλλω — ΝΜΑ, και στέλνω και στέρνω Ν αποστέλλω, πέμπω (α. «τού έστειλε πολλά χαιρετίσματα» β. «ἐς οἶκον σὸς λόγος στέλλει πάλιν», Αισχύλ.) νεοελλ. φρ. «στέλνω κάποιον στον διάβολο» διώχνω κάποιον με άσχημο τρόπο, τόν ξαποστέλνω νεοελλ. αρχ. ναυτ.… … Dictionary of Greek